- αποτυμπανισμός
- Είδος θανατικής ποινής που επιβαλλόταν στην αρχαία Αθήνα, συνήθως σε μη Αθηναίους εγκληματίες. Ο όρος προέρχεται από τη λέξη τύμπανον ή τύπανον, μία σανίδα πάνω στην οποία έδεναν τα μέλη και τον λαιμό του κατάδικου. Ο ακριβής όμως τρόπος εκτέλεσης της ποινής του α. δεν είναι γνωστός. Θεωρείται πάντως παραπλήσιος με τονσταυρικό θάνατο των Ρωμαίων. Το πτώμα του αποτυμπανισμένου το έριχναν σε βάραθρο.
* * *ἀποτυμπανισμός, ο (AM)θανάτωση καταδίκου με τον λαιμό και τα άκρα του δεμένα σε μακριά σανίδα, το τύμπανον ή τύπανον.
Dictionary of Greek. 2013.